Η Λετίθια Ορτίθ Ροκασολάνο γεννήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 1972 στο Οβιέδο των Αστουριών της Ισπανίας.[5] Είναι η μεγαλύτερη κόρη του δημοσιογράφου Χεσούς Χοσέ Ορτίθ Άλβαρεθ και της νοσηλεύτριας Μαρία δε λα Παλόμα Ροκασολάνο Ροδρίγκεθ. Το 2004 παντρεύτηκε τον τότε Πρίγκιπα των Αστουριών, Φίλιππο. Οι κόρες τους, Ελεονώρα και Σοφία, γεννήθηκαν το 2005 και το 2007 αντίστοιχα.
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης (Αλεξάνδρεια, 29 Απριλίου 1863 - 29 Απριλίου 1933) ήταν Έλληνας ποιητής ο οποίος θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της σύγχρονης εποχής. Γεννήθηκε και έζησε στην Αλεξάνδρεια, της Αιγύπτου γι' αυτό και αναφέρεται συχνά ως ο Αλεξανδρινός. Δημοσίευσε ποιήματα, ενώ δεκάδες παρέμειναν ως προσχέδια. Τα σημαντικότερα έργα του τα δημιούργησε μετά τα 40 έτη.
Ο Κωνσταντίνος Τσαλδάρης (1889-1972) υπήρξε σημαντικός Έλληνας πολιτικός του 20ου αιώνα, κυρίως γνωστός για τη συμμετοχή του στην πολιτική ζωή της χώρας κατά τη διάρκεια της Μεσοπολέμου και της πρώιμης Μεταπολίτευσης. Στην πολιτική σκηνή, ήταν επικεφαλής της Ελληνικής Λαϊκής Δεξιάς και ανέλαβε το αξίωμα του Πρωθυπουργού κατά τη διάρκεια της ιδιαίτερα ταραγμένης περιόδου της Βασιλείας του Παύλου (1950-1974).
Ο Κωνσταντίνος Τσαλδάρης ήταν μέλος του Φιλελεύθερου Κόμματος του Ελευθερίου Βενιζέλου και υπηρέτησε ως βουλευτής και υπουργός σε διάφορες κυβερνήσεις.
Ανήκε στον πολιτικό χώρο της Δεξιάς και ήταν αντίπαλος του Βενιζέλου κατά τη διάρκεια της Μεταξικής Δικτατορίας και της Εμφυλιακής περιόδου.
Κατά τη διάρκεια της κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου, υποστήριξε τον αγώνα κατά του κομμουνισμού και είχε στενές σχέσεις με τις δυτικές δυνάμεις, ειδικά τις Ηνωμένες Πολιτείες, που επέβαλαν τη στρατιωτική βοήθεια για την αντιμετώπιση του Κομμουνιστικού Κινδύνου στην Ελλάδα.
Το Ίδρυμα Ωνάση (επίσημη ονομασία: Κοινωφελές Ίδρυμα «Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης») είναι ένα κοινωφελές ίδρυμα, το οποίο συστάθηκε τον Δεκέμβριο του 1975. Ο Αριστοτέλης Ωνάσης, επιθυμώντας να τιμήσει τη μνήμη του γιου του, Αλέξανδρου, έδωσε εντολή στη χειρόγραφη διαθήκη του το 40% της περιουσίας του να επιστρέφει στην ελληνική κοινωνία, μέσα από κοινωφελείς δράσεις.
Κορυφαίος πολιτικός και διπλωμάτης. Υπηρέτησε ως υπουργός των εξωτερικών της Ρωσίας (1815-1822), το 1827 εκλέχθηκε κυβερνήτης της Ελλάδας και το 1831 δολοφονήθηκε στο Ναύπλιο χωρίς να προλάβει να υλοποιήσει το ανορθωτικό πρόγραμμά του.
Ο Νίκος Καββαδίας (Νίκολσκι Ουσουρίσκι, Μαντζουρία, 1910 - Αθήνα 1975) ήταν ένα από τα τρία παιδιά του Χαρίλαου Καββαδία και της Δωροθέα Αγγελάτου.
Ο πατέρας του διατηρούσε γραφείο γενικού εμπορίου με κύριο πελάτη το τσαρικό στρατό. Μετά την έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου η οικογένεια εγκαταστάθηκε στο Αργοστόλι, ενώ ο πατέρας του παρέμεινε στη Ρωσία ως το 1921, όταν επέστρεψε και αυτός στην Ελλάδα κατεστραμμένος οικονομικά.
Η οικογένεια μετά το Αργοστόλι εγκαταστάθηκε στον Πειραιά όπου ο Καββαδίας ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του. Εκεί άρχισε συνεργασία με διάφορα φιλολογικά περιοδικά.
Ο θάνατος του πατέρα του, το 1938, τον ανάγκασε να στραφεί στο ναυτικό επάγγελμα και από το 1929-1936 ταξίδευε συνεχώς.
Το 1938 κλήθηκε στο Στρατό. Κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου υπηρέτησε ως ασυρματιστής.. Το 1941, σύμφωνα με το υλικό του αρχείου, απέκτησε προσωρινό δίπλωμα ραδιοτηλεγραφητού Β τάξεως, το 1947 δίπλωμα ραδιοτηλεγραφητού Β τάξεως και το 1953 δίπλωμα ραδιοτηλεγραφητου Α τάξεως.
Την περίοδο 1954 -έως τα τέλη της δεκαετίας του 1960 ταξίδευε συνεχώς.
Πέθανε στην Αθήνα το 1975 από εγκεφαλικό επεισόδιο.
Ο Κίτσος Μακρής γεννήθηκε στη Λάρισα το 1917 και από το 1926 ως το θάνατό του, κατοικούσε στο Βόλο.
Εμβλημα που χρησιμοποιούσε ο Κίτσος Μακρής για τη σφράγιση των βιβλίων
Εμβλημα που χρησιμοποιούσε ο Κίτσος Μακρής για τη σφράγιση των βιβλίων.
Από το 1937 άρχισε τις έρευνες για τη λαϊκή τέχνη, αφορμή για τις οποίες στάθηκε μια παραίνεση του καθηγητή της Ιστορίας της Τέχνης Δημ. Ευαγγελίδη να ασχοληθεί με το Θεόφιλο, που είχε ζήσει και δουλέψει στο Βόλο. Το 1939 εκδίδεται το πρώτο βιβλίο “Ο Ζωγράφος Θεόφιλος”, που υπήρξε η πρώτη ελληνική μελέτη για το θέμα αυτό. Με τη βοήθεια της γυναίκας του Κυβέλης, που είναι φωτογράφος, αποτύπωνε τα μνημεία της λαϊκής τέχνης του Πηλίου, βαδίζοντας πολλές φορές από χωριό σε χωριό και από σπίτι σε σπίτι στην αναζήτηση τόσο των λαϊκών στοιχείων όσο και των λαϊκών καλλιτεχνών. Από την νεανική του ηλικία ήταν δραστήριο μέλος του σωματείου “Φίλοι των Γραμμάτων” και αρθρογραφούσε στη φιλολογική στήλη της εφημερίδας “Η Θεσσαλία”. Την ίδια εποχή δούλευε και σαν τυπογράφος στην επιχείρηση του πατέρα του.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του ΕΑΜ Νέων και υπεύθυνος του καλλιτεχνικού τμήματος της ΕΠΟΝ Θεσσαλίας. Την άνοιξη του 1944 ανέβηκε στα ορεινά της Καρδίτσας, μαζί με άλλους αγωνιστές, και εκεί παντρεύτηκε την Κυβέλη Ζημέρη. Το 1947 εξορίστηκε στην Ικαρία και μετά, για μεγάλο χρονικό διάστημα έζησε στην Αθήνα, επειδή στο Βόλο, λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων, δεν μπορούσε να αναπτύξει ελεύθερα τις δραστηριότητές του.
Γυρίζοντας στο Βόλο πρωτοστάτησε στην ίδρυση της “Δημοκρατικής Συνεργασίας” και από το 1955 ως το 1964 εξελέγη τρεις φορές Δημοτικός Σύμβουλος. Το 1955, μετά τους σεισμούς στη Μαγνησία, αγωνίστηκε για τη διάσωση των θησαυρών του λαϊκού μας πολιτισμού με κίνδυνο πολλές φορές της ζωής του.
Από το 1964 ως το 1982 υπήρξε Διευθυντής του παραρτήματος της Θεσσαλίας του Εθνικού Οργανισμού Ελληνικής Χειροτεχνίας, εκτός από την περίοδο της δικτατορίας (1967-1974) οπότε απολύθηκε. Τα χρόνια εκείνα έζησε ζωγραφίζοντας κεραμεικά στο κατάστημά του, τη "Γωνιά Τέχνης". Ηταν μέλος της "Διεθνούς Ενωσης Τεχνοκριτών", της "Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών", της "Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας", μέλος του Δ.Σ. της "Πανελλήνιας Πολιτιστικής Κίνησης" και Πρόεδρος του "Συνδέσμου Φιλίας Ελλάδας-Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας". Επίσης ήταν πρόεδρος του Ελληνικού τμήματος του ICOMOS.
Ο Κίτσος Μακρής ταξίδευε σε ολόκληρη την Ελλάδα, αναζητώντας τις αλληλεπιδράσεις και εξελίξεις στη λαϊκή μας τέχνη. Τα τελευταία χρόνια επεξέτεινε τις έρευνές του στη μελέτη της λαϊκής τέχνης των χωρών της Βαλκανικής και τις αλληλεπιδράσεις της με αυτή του Ελλαδικού χώρου. Είχε περισσότερη εξειδίκευση στο λαϊκό εικαστικό έργο, προχωρώντας στη διεύρυνση του οικονομικού και κοινωνικού υπόβαθρου, πάνω στο οποίο στηρίχτηκε το λαϊκό καλλιτεχνικό οικοδόμημα.
Διέδοσε το έργο του με περισσότερες από 450 διαλέξεις και μαθήματα σε ολόκληρη την Ελλάδα, ενώ παράλληλα αρθρογραφούσε σε εφημερίδες και περιοδικά. Εκανε πολλές ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές. Πήρε μέρος σε 30 περίπου συνέδρια στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Διοργάνωσε εκθέσεις για τη λαϊκή τέχνη του Πηλίου στη Γενεύη, την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, το Βόλο και αλλού. Εξέδοσε 47 βιβλία και μελέτες, πολλά από τα οποία μεταφράστηκαν στην Αγγλική, Γαλλική, Γερμανική και Σερβική γλώσσα.
Για το έργο του τιμήθηκε με τον Επαινο της Ακαδημίας Αθηνών το 1956, με το Κρατικό Βραβείο Μελέτης το 1960, με το Παράσημο του Χρυσού Σταυρού του Φοίνικος το 1965, με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών το 1976, με το Χρυσό Μετάλλιο Φιλίας των Λαών Ελλάδας και της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας το 1984, με τιμητική διάκριση από το Δήμο Βόλου το 1987. Τέλος το 1987 ανακηρύχθηκε Επίτιμος Διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Το 1986 ήταν υποψήφιος Δήμαρχος Βόλου με το συνδυασμό της "Δημοκρατικής Κίνησης" και Δημοτικός Σύμβουλος ως το θάνατό του.
Πέθανε ξαφνικά στην Αθήνα το Δεκέμβριο του 1988, έχοντας πολλά ακόμα να προσφέρει τόσο στη Λαογραφία, όσο και στην πνευματική και πολιτιστική ζωή του τόπου μας.