Το πρώτο διάταγμα για την ίδρυση του πανεπιστημίου εκδόθηκε την 31 Δεκεμβρίου 1836 (12 Ιαν. 1837 με το Νέο Ημερολόγιο), και απόντος του Όθωνα υπογράφεται από τους Άρμανσμπεργκ, Ι. Ρίζο, Κρίστιαν Σμαλτς, Δρόσο Μανσόλα, Α.Γ. Κριεζή, Γ. Λασσάνη. Το διάταγμα όριζε ότι το πανεπιστήμιο θα άρχιζε να λειτουργεί επισήμως την τρίτη ημέρα του Πάσχα του 1837 και ότι θα φέρει την ονομασία "Πανεπιστήμιον του Όθωνος". Θα είχε τέσσερις σχολές, δηλαδή των γενικών επιστημών (φιλοσοφίας, φιλολογίας, μαθηματικών και φυσικών επιστημών κλπ), της θεολογίας, της ιατρικής, και των νομικών και πολιτικών επιστημών.[9] Η ίδρυση του πανεπιστημίου επιβεβαιώθηκε με δεύτερο διάταγμα της 14ης (26) Απριλίου του 1837 που υπέγραψε ο Όθωνας. Εκεί ορίστηκε ως ημέρα έναρξης των εργασιών του η 3 (15) Μαΐου του 1837.[10]
Το Πανεπιστήμιο Αθηνών ονομάσθηκε Οθώνειον Πανεπιστήμιον. Αποτελούσε το πρώτο πανεπιστημιακό ίδρυμα τόσο στο νέο Ελληνικό Κράτος όσο και στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσόγειου.[11]
Το νεοσύστατο ίδρυμα συναποτελούσαν οι σχολές Θεολογίας, Νομικής, Ιατρικής και Τεχνών, στο γνωστικό πεδίο της οποίας συγκαταλέγονταν οι Εφαρμοσμένες Επιστήμες και τα Μαθηματικά. Κατά το πρώτο έτος λειτουργίας του, το ίδρυμα στελέχωναν 33 καθηγητές, ενώ μαθήματα παρακολουθούσαν 52 φοιτητές και 75 μη εγγεγραμμένοι ακροατές. Το πανεπιστήμιο στεγάσθηκε αρχικά στην κατοικία του αρχιτέκτονα Σταμάτη Κλεάνθη στην Πλάκα που σήμερα φιλοξενεί το Μουσείο του ιδρύματος. Το Νοέμβριο του 1841 το ίδρυμα μεταστεγάστηκε στο Κεντρικό Κτήριο του Πανεπιστημίου Αθηνών, ένα κτήριο σχεδιασμένο από το Δανό αρχιτέκτονα Χανς Κρίστιαν Χάνσεν και διακοσμημένο από το ζωγράφο Καρλ Ραλ, αποτελώντας την περίφημη αθηναϊκή τριλογία, μαζί με τα κτίρια της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος (αριστερά), και εκείνο της Ακαδημίας (δεξιά). Το Πανεπιστήμιο διατήρησε την ονομασία Οθώνειο μέχρι το 1862, χρονιά κατά την οποία ο Όθων αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει την Ελλάδα. Στις 20 Οκτωβρίου 1862 το ίδρυμα μετονομάσθηκε σε Εθνικόν Πανεπιστήμιον.[12]
Το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών σε επιστολικό δελτάριο του 1910
Το σημερινό του όνομα το Πανεπιστήμιο της ελληνικής πρωτεύουσας έλαβε το 1911 χάρη στον Ηπειρώτη ευεργέτη Ιωάννη Δόμπολη (1769-1850), ο οποίος ήταν ένας πλούσιος έμπορος που ζούσε στη Ρωσία. Διέθεσε όλη του την περιουσία στο ελληνικό Δημόσιο με τον όρο ότι το ποσό που θα σχηματιζόταν (στην αυτοκρατορική τράπεζα της Ρωσίας) μαζί με τους τόκους μέχρι το 1906 θα χρησιμοποιούνταν για την ίδρυση και λειτουργία πανεπιστημίου στα Γιάννενα ή στην Αθήνα, που θα ονομαζόταν Καποδιστριακό πανεπιστήμιο, προς τιμή του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδος, Ιωάννη Καποδίστρια. Το 1911, το Πανεπιστήμιο της Αθήνας, για να κληρονομήσει την τεράστια περιουσία του Δόμπολη, διχοτομήθηκε σε δύο τύποις ανεξάρτητες νομικά οντότητες, το Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον (στο οποίο ανήκαν οι θεωρητικές σχολές) και το Εθνικόν Πανεπιστήμιον (στο οποίο ανήκαν οι θετικές σχολές). Τα δύο νομικά πρόσωπα συγχωνεύθηκαν ξανά με τον οργανισμό του 1932 και το ίδρυμα μετονομάστηκε σε Αθήνησι Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον, ονομασία που διατηρεί σχεδόν αναλλοίωτη μέχρι και σήμερα.[13]
Το 1904 η Σχολή των Τεχνών διασπάστηκε σε δύο επιμέρους Σχολές: τη Σχολή Τεχνών και αυτή των Επιστημών. Στη Σχολή Επιστημών συμπεριλαμβάνονταν αρχικά οι Σχολές Μαθηματικών, Φαρμακευτικής και Φυσικής, ενώ το 1911 προστέθηκε σε αυτές και η Οδοντιατρική Σχολή. Το 1919 συστάθηκε το τμήμα Χημείας και τρία χρόνια αργότερα, το 1922, η Σχολή Φαρμακευτικής μετέπεσε σε αυτόνομο τμήμα. Κατά τη δεκαετία του 1960 έγιναν οι πρώτες ενέργειες με σκοπό την μετεγκατάσταση του πανεπιστημίου και τη συγκέντρωση των δραστηριοτήτων του σε ενιαίο χώρο (Πανεπιστημιούπολη) στη (σημερινή) πυκνοκατοικημένη περιοχή του Ζωγράφου. Σήμερα στην Πανεπιστημιούπολη βρίσκεται η Φιλοσοφική και Θεολογική Σχολή, η Σχολή Θετικών Επιστημών και οι τέσσερις Φοιτητικές Εστίες.
Ο Μέρκιουρι γεννήθηκε ως Φαρόχ Μπουλσάρα στη Ζανζιβάρη, ένα αφρικανικό νησί που τότε ήταν βρετανική αποικία και σήμερα μέρος της Τανζανίας. Οι γονείς του, Μπόμι (1908–2003) και Τζερ Μπουλσάρα (1922–2016),[17] και η μικρότερη αδερφή του Κασμίρα, ήταν Παρσί με καταγωγή από την Ινδία. Ως Παρσί, η οικογένεια ασπαζόταν την θρησκεία του ζωροαστρισμού. Η οικογένεια είχε μεταναστεύσει στη Ζανζιβάρη για να μπορέσει να συνεχίσει ο πατέρας του την εργασία του ως ταμίας στο βρετανικό αποικιακό γραφείο.[18]
Το 1955 στάλθηκε πίσω στην Ινδία στο St. Peter's School, ένα αγγλικό οικοτροφείο αρρένων στο Panchgani, 250 χλμ. περίπου από τη Βομβάη (το σημερινό Mumbai). Εκεί πήρε το παρατσούκλι «Φρέντι» που θα κρατούσε για όλη του τη ζωή. Ο διευθυντής του σχολείου παρατήρησε το μουσικό ταλέντο του Φρέντι και πρότεινε στους γονείς του να κάνει μαθήματα πιάνου, πράγμα που έγινε όταν ήταν επτά ετών.[19] Επίσης τραγουδούσε στην χορωδία του σχολείου. Στην ηλικία δώδεκα ετών προσχώρησε στο πενταμελές μουσικό συγκρότημα The Hectics το οποίο έπαιζε σε διάφορες κυρίως σχολικές εκδηλώσεις. Το 1963 επέστρεψε στη Ζανζιβάρη, η οποία στα τέλη του της χρονιάς απέκτησε την ανεξαρτησία της από το Ηνωμένο Βασίλειο. Αφού τον Ιανουάριο του 1964 ξέσπασε βίαιη επανάσταση κατά του σουλτάνου της Ζανζιβάρης ο δεκαεπτάχρονος τότε Φρέντι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το νησί μαζί με τους γονείς και την αδελφή του.[20]
Το 1968 οι Τιμ Στάφελ (τραγουδιστής και μπασίστας), Μπράιαν Μέι (κιθάρα) και Ρότζερ Τέιλορ (ντραμς) ίδρυσαν την μπάντα Smile.[12]
Η οικογένεια του Μέρκιουρι εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, όπου ο Μέρκιουρι σπούδασε γραφιστική στο Ealing College of Art και αποφοίτησε το 1969.[12]
Μετά την αποφοίτησή του, ο Μέρκιουρι συμμετείχε σε έναν αριθμό συγκροτημάτων και πουλούσε μεταχειρισμένα ρούχα την Αγορά Κένσινγκτον στο Λονδίνο με την κοπέλα του, Μαίρη Όστιν. Επίσης, εργάστηκε ως αχθοφόρος στο Αεροδρόμιο Heathrow
Η οικογένεια Υψηλάντη είναι μια επιφανής φαναριώτικη οικογένεια ελληνικής καταγωγής, με ρίζες στον 17ο αιώνα. Τα μέλη της διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην πολιτική και στρατιωτική ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και στη Φιλική Εταιρεία, με αποκορύφωμα την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ο Αλέξανδρος και ο Δημήτριος Υψηλάντης ηγήθηκαν στρατιωτικών και πολιτικών πρωτοβουλιών για την απελευθέρωση της Ελλάδας.
Η εφημερίδα "Θεσσαλονίκη" είναι μία από τις παλαιότερες ελληνικές εφημερίδες και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ενημέρωση και την πολιτική ζωή της Θεσσαλονίκης. Ιδρύθηκε το 1875 και έχει καλύψει σημαντικά ιστορικά γεγονότα της Ελλάδας.
Ήταν Έλληνας στρατιωτικός και πολιτικός που ήταν δικτάτορας της Ελλάδας από το 1936 μέχρι τον θάνατό του το 1941. Κυβέρνησε συνταγματικά τους πρώτους τέσσερις μήνες της θητείας του και στη συνέχεια ως ισχυρός αρχηγός του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου μετά τον διορισμό του από τον βασιλιά Γεώργιο Β'.
Ο Αριστοτέλης (Αρίστος) Ωνάσης (Μελαντία Σμύρνης, 15 ή 20 Ιανουαρίου 1906 - Νεϊγί-συρ-Σεν, 15 Μαρτίου 1975) ήταν Έλληνας εφοπλιστής, επιχειρηματίας και ευεργέτης, ένας από τους διασημότερους «κροίσους» του 20ου αιώνα. Το όνομα του Ωνάση έγινε συνώνυμο του πλούτου σε ολόκληρο τον πλανήτη. Ανέπτυξε πλούσια επιχειρηματική ναυτιλιακή δραστηριότητα και το 1956 ίδρυσε την Ολυμπιακή Αεροπορία, την οποία λόγω χρεών μεταβίβασε το 1975 στο ελληνικό κράτος. Πέθανε στο Παρίσι το 1975.